ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΙΜΙΑ


Η Μεσογειακή αναιμία, ή νόσος του Κούλεϊ (Cooley), είναι ένα βαρύτατο κληρονομικό νόσημα με μεγάλη συχνότητα στη χώρα μας όπως και σε άλλους μεσογειακούς πληθυσμούς. Χαρακτηρίζεται από βαριά αναιμία που εκδηλώνεται ήδη από τη βρεφική ηλικία με σοβαρές συνέπειες στην ανάπτυξη και την υγεία του πάσχοντος. Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί αποτελεσματική θεραπεία και η αντιμετώπιση των ασθενών περιλαμβάνει συχνές μεταγγίσεις αίματος (μια ή δύο το μήνα) αποσιδήρωση και ειδική συμπτωματική αγωγή.

Οι γονείς των πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία είναι οπωσδήποτε και οι δύο φορείς (ετεροζυγώτες) της νόσου. Πρόκειται για απόλυτα υγιή άτομα χωρίς κανένα σύμπτωμα που έχουν όμως το ένα από τα δύο γονίδια της αιμοσφαιρίνης τους παθολογικό (μεταλλαγμένο). Στην Ελλάδα περίπου 1 στα 10 άτομα είναι ετεροζυγώτες για β Μεσογειακή Αναιμία ή άλλες αιμοσφαιρινοπάθειες.

 

Κληρονομικότητα: Η νόσος της Μεσογειακής Αναιμίας κληρονομείται με τον αυτοσωμικό υπολειπόμενο τρόπο, δηλαδή για να γεννηθεί ένα παιδί πάσχων, πρέπει να είναι και οι δύο γονείς "φορείς" της νόσου, με πιθανότητα γέννησης πάσχοντος ένα στα τέσσερα.

 

Στο παραπάνω γράφημα αναπαρίστανται σχηματικά οι πιθανότητες που έχουν οι υποψήφιοι γονείς που είναι ετεροζυγώτες (φορείς) για τη νόσο να αποκτήσουν υγιές ή πάσχων παιδί. Ο ετεροζυγώτης (για Μεσογειακή Αναιμία) φέρει ένα φυσιολογικό αλληλόμορφο (R) και ένα που φέρει την μετάλλαξη (r). Το κάθε παιδί κληρονομεί πάντα μόνο ένα αλληλόμορφο γονίδιο από τον κάθε γονέα:

Πρώτη Περίπτωση: Να κληρονομήσει και από τους δύο γονείς το φυσιολογικό γονίδιο με συνέπεια να γεννηθεί ένα απολύτως φυσιολογικό άτομο (RR, ποσοστό 25%).

Δεύτερη Περίπτωση: Να κληρονομήσει από ένα γονέα (πατέρα ή μητέρα) το ελαττωματικό γονίδιο (r) με συνέπεια να γεννηθεί απλός φορέας (Rr, ποσοστό 50%).

Τρίτη Περίπτωση: Να κληρονομήσει και από τους δύο γονείς τα ελλατωματικά γονίδια με συνέπεια να γεννηθεί πάσχων άτομο (rr, ποσοστό 25%)

 

Τα ζευγάρια στα οποία μόνο ο ένας είναι ετεροζυγώτης Μεσογειακής Αναιμίας δεν διατρέχουν κανένα απολύτως κίνδυνο να αποκτήσουν παιδιά με Μεσογειακή Αναιμία. Tα παιδιά που θα αποκτήσουν θα είναι φυσιολογικά (ετεροζυγώτες με πιθανότητα 50% ή εντελώς φυσιολογικά με επίσης πιθανότητα 50%).

Η πρόληψη αποβλέπει στην αποφυγή γέννησης νέων πασχόντων. Αυτό επιτυγχάνεται με τον εντοπισμό των ζευγαριών που είναι και οι δύο ετεροζυγώτες Μεσογειακής Αναιμίας με ειδικό αιματολογικό έλεγχο, χαρακτηρισμό των μεταλλάξεων που ευθύνονται για τη νόσο με ανάλυση DNA και τον προγεννητικό έλεγχο. Ο προγεννητικός έλεγχος γίνεται στα ζευγάρια που επιθυμούν να υποβληθούν σ’ αυτόν κατόπιν λεπτομερούς ενημέρωσης για τα προβλήματα της νόσου.

 

 

 

Οι θαλασσαιμίες είναι τα συχνότερα μονογονιδιακά νοσήματα, με το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού να είναι κατεγραμμένοι ως φορείς. Πρόκειται για μια ετερογενή ομάδα κληρονομικών αναιμιών που χαρακτηρίζονται από διαταραχή στη σύνθεση (περιορισμένη βιοσύνθεση ή πλήρη απουσία) μιας ή περισσοτέρων από τις φυσιολογικές πολυπεπτιδικές αλυσίδες της αιμοσφαιρίνης (HbA, α2β2 σφαιρίνες). Κατατάσσονται σε διάφορες υποομάδες ανάλογα με τα είδη των αλυσίδων που δεν παράγονται.

α-θαλασσαιμία (α-μεσογειακή αναιμία)

Χαρακτηρίζεται από ελαττωμένη παραγωγή α-αλυσίδων και ταξινομείται σε α0 όπου δεν παράγονται καθόλου α αλυσίδες και α+ όπου η παραγωγή είναι μειωμένη. Χαρακτηρίζεται από μεγάλη ετερογένεια κυρίως λόγω του ότι τα γονίδια που καθορίζουν τη σύνθεση των α-σφαιρινών είναι δύο, αντί του ενός που ορίζουν τις β, γ, και δ-σφαιρίνες.

β-θαλασσαιμία (β-μεσογειακή αναιμία)

Η β-μεσογειακή αναιμία είναι μια νόσος με ιδιαίτερα αυξημένη συχνότητα στη Μεσόγειο. Χαρακτηρίζεται από μειωμένη σύνθεση ή πλήρη έλλειψη της HbA2, λόγω αδυναμίας σύνθεσης των β-αλυσίδων. Η αναστολή αυτή μπορεί να οφείλεται σε έλλειψη του β γονιδίου (μερική ή πλήρη), είτε σε σημειακές μεταλλαγές που παρεμποδίζουν τη σύνθεση του τελικού προϊόντος. Ανάλογα με το συνδυασμό των μεταλλαγών, ποικίλει η βαρύτητα της νόσου.

Ταξινομείται στη β0, β+, δβ0 μεσογειακή αναιμία. Η β0 διακρίνεται σε ομόζυγο και ετερόζυγο γονότυπο. Στην ομόζυγη μορφή έχουμε παντελή έλλειψη των β-αλυσίδων λόγω γενετικής διαταραχής και στα δύο αλλήλια του γονιδίου που τις κωδικοποιεί. Στην β+ έχουμε μειωμένη σύνθεση των β-σφαιρινών εξαιτίας της ελαττωμένης παραγωγής mRNA. H δβ0 χαρακτηρίζεται από έλλειψη των γονιδίων που κωδικοποιούν για τις β και δ αλυσίδες.

Η β-μεσογειακή Αναιμία αποτελεί το πρώτο σε συχνότητα κληρονομικό νόσημα στην Ελλάδα. Περίπου το 8% του γενικού πληθυσμού είναι φορείς της β-Μεσογειακής Αναιμίας.

γ-θαλασσαιμία (γ-μεσογειακή αναιμία)

Η γ-μεσογειακή αναιμία δεν παρατηρείται λόγω του ότι έμβρυο με έλλειψη των γ-αλυσίδων αποβάλλεται αυτόματα.

Δρεπανοκυτταρική αναιμία

Η νόσος είναι συχνή στη Μεσόγειο, Κ. Αφρική, Ινδία, Άπω Ανατολή και Μαλαισία. Σε μοριακό επίπεδο η βασική διαταραχή είναι μια σημειακή μεταλλαγή που οδηγεί στη αντικατάσταση του γλουταμινικού οξέως από βαλίνη στην 6η θέση της β-αλυσίδας της αιμοσφαιρίνης S (HbS). Σε συνθήκες υποξίας, η HbS πολυμερίζεται σχηματίζοντας ελικοειδείς δομές οι οποίες καθιζάνουν εντός του ερυθροκυττάρου και πάνω στη μεμβράνη, οδηγώντας έτσι σε μεταβολή του σχήματος του κυττάρου από αμφίκοιλο σε δρεπανοειδές.

Στην Ελλάδα περίπου το 1-1.5% του γενικού πληθυσμού είναι φορείς της Δρεπανοκυτταρικής Αναιμίας.

Ασθενείς με ομοζυγωτία του μεταλλαγμένου γονιδίου, φέρουν την παθολογική HbS στα ερυθροκυτταρά τους σε ποσοστό 100 %, ενώ οι ετεροζυγώτες σε ποσοστό 40%. Τα συμπτώματα της νόσου συνήθως δεν εμφανίζονται πριν από τον 6ο μήνα της ζωής (οπότε το μεγαλύτερο μέρος της HbF αντικαθίσταται από την HbS).

Στη συγκεκριμένη αναιμία υπάρχει μεταλλαγή του γονιδίου της β-σφαιρίνης που προκαλεί σύνθεση της HbS, αντί της HbA.

δ-θαλασσαιμία

Ανιχνεύονται μεταλλαγές που αφορούν το γονίδιο της δ-σφαιρίνης. Είναι μια “αθώα” μορφή αναιμίας στην οποία ανιχνεύεται έλλειψη της HbA2, που βρίσκεται ούτως ή άλλως σε πολύ μικρά ποσοστά στο φυσιολογικό ενήλικο άτομο.

 

Αρκετά ζευγάρια κάθε χρόνο υποβάλλονται σε προγεννητικό έλεγχο για την ανίχνευση αιμοσφαιρινοπαθειών, καθώς ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση του προβλήματος και την αποφυγή γέννησης παιδιών με ομόζυγες μορφές θαλασσαιμιών, είναι η πρόληψη.

 

Στοιχεία Επικοινωνίας

Genemed Lab